ΤΟ ΛΕΞΙΚΟ
Αγουρόλαδο: το πρώτο λάδι της χρονιάς
Αλατσολιές: παστές ελιές
Αλετριβιδιάρης :εργάτης ελαιοτριβείου
Ελαιόκαρπος :ο καρπός της ελιάς
Ελαιοκομία :η επιστημονική καλλιέργεια της ελιάς
Ελαιοπυρήνας :ο πυρήνας – το κουκούτσι της ελιάς
Ελαιουργία :η επεξεργασία λαδιού
Κατσίγαρα :τα κατακάθια μετά την επεξεργασία του λαδιού
Κολυμπάδες :ελιές σε άλμη
Μούργα: τα κατακάθια μετά την επεξεργασία του λαδιού
Οκά: μονάδα μέτρησης
Οξύτητα :κριτήριο ποιοτικής αξιολόγησης του ελαιόλαδου. Μετριέται σε γραμμάρια ελεύθερου ελαϊκού οξέος ανά 100 gr λιπαρής ύλης (βαθμός οξύτητας)
Ραφινάρισμα: Χημική επεξεργασία του ελαιολάδου
ΘΕΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ (ΑΞΙΕΣ)
Πικρή | Χαρακτηριστική γεύση του ελαίου που λαμβάνεται από πράσινες ελιές ή από ελιές που ακόμα είναι άγουρες. |
Γεμάτη γεύση | Απτική αίσθηση πυκνότητας, χαρακτηριστικό των υψηλών ποιότητας λαδιών. |
Χρώμα που κυμαίνεται από πράσινο έως κίτρινο | Ανάλογα με την περιοχή προέλευσης, την διαδικασία εκχύλισης ή την ωρίμανση της ελαίας, μπορεί να κυριαρχεί η μια ή η άλλη απόχρωση, χωρίς να επηρεάζεται η ποιότητα του λαδιού. |
Χλοώδες | Νότες που θυμίζουν τη μυρωδιά του φρεσκοκομμένου χόρτου σε φρουτώδη έλαια. |
Λουλουδένια | Ευχάριστη αίσθηση που θυμίζει το διεισδυτικό άρωμα των λουλουδιών. |
Φρουτώδης γεύση | Η χαρακτηριστική γεύση από υγιείς, φρέσκιες ελιές |
Ξυλώδης | Μια αίσθηση που θυμίζει τη μυρωδιά του ξύλου, η οποία συναντάται συχνά στα έλαια της Ουμπρίας. |
Αμύγδαλο | Κλασσική γλυκόπικρη επίγευση που θυμίζει την γεύση του αμύγδαλου. |
Πικάντικη | Πικάντικη επίγευση, ιδιαίτερα έντονη σε λάδια που είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικά. |
ΑΡΝΗΤΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ (ΕΛΑΤΤΩΜΑΤΑ)
Κρασώδες-ξυδάτο | Χαρακτηριστική οσμή-γεύση ελαιολάδου από ελλιπώς αποθηκευμένες ελιές, στις οποίες τα ζάχαρα έχουν υποστεί ζύμωση σχηματίζοντας αλκοόλ ή ξύδι. |
Μουχλιασμένο-νοτισμένο | Χαρακτηριστική οσμή-γεύση ελαίου που έχει ληφθεί από ελιές που έχουν προσβληθεί από μύκητες και ζυμομύκητες. |
Παλιό ή ταγγισμένο | Χαρακτηριστική γεύση του ελαίου όταν παραμένει πολύ καιρό στα δοχεία αποθήκευσης. |
Κόκκινες αποχρώσεις | Ενδέχεται να υπάρχουν σε λάδια τα οποία δεν έχουν αποθηκευτεί σωστά και είναι εκτεθειμένα σε φως. |
Ατροχάδο | Χαρακτηριστική οσμή-γεύση ελαίου που έχει υποστεί ένα προχωρημένο στάδιο αναερόβιας ζύμωσης. Άρωμα που θυμίζει ελαφρώς το τυρί. |
Χώμα | Χαρακτηριστική γεύση ελαίου που λαμβάνεται από ελιές που έχουν συλλεχθεί με χώμα ή λάσπες και οι οποίες έχουν πλυθεί. |
Λιπαρό | Απτική επίγευση, χαρακτηριστική για λάδια τα οποία αφήνουν μια λιπαρή αίσθηση στον ουρανίσκο. |